Mar 15, 2015

Απόψε αποχαιρετάμε τον παππούκα.

Ένας άνθρωπος καλός, δυνατός και γενναιόδωρος έφυγε εχθές από τη ζωή.
Μια γεμάτη ζωή, στα 92 του χρόνια.
Μακάρι να τον φτάσουμε κι εμείς.

Θέλω να πω κάποια πράγματα για τον παππού μου, αφού δεν μπορώ να είμαι εκεί να τον αποχαιρετήσω από κοντά.

Οι πρώτες μου αναμνήσεις με τον παππού είναι να με πηγαίνει στον παιδικό σταθμό. Μια φορά ο αδερφός μου είχε βάλει ανάποδα τα παππούτσια του (το αριστερό παππούτσι στο δεξί πόδι και το δεξί παππούτσι στο αριστερό πόδι). Και προχωρούσαμε, προχωρούσαμε μέχρι που λέω του παππού, κοίτα! Κι ο παππούς προς τον αδερφό μου: "ίντα 'καμες μωρέ εκειά!" Κι όση ώρα ο παππούς άλλαζε στοργικά τα παππούτσια του μικρού εγώ αναρωτιόμουν πως γίνεται να βάλει το λάθος παππούτσι και να μην το καταλάβει, δεν το ένιωθε στο πόδι του;;;!!!

Μια άλλη ανάμνηση από την παιδική μου ηλικία με τον παππού είναι στο χωριό. Αύγουστος, ο καιρός που "βγάνομε τσι καινούργιες  πατάτες". Το παιχνίδι μας με την Έμμυ ήταν να κάνουμε πικ νικ στο περιβόλι πίσω από το σπίτι της γιαγιάς της. Ο παππούς ήρθε να μας βοηθήσει να ετοιμάσουμε το πικ νικ. Θα φτιάχναμε οφτές πατάτες. "Τα καλύτερα κάρβουνα για τσι οφτές πατάτες βρίσκονται στη φύση" μου λέει ο παππούς. "Ξέρεις τι είναι αυτά;" είπε δείχνοντας με ένα κλαδί σε κάτι εντελώς ξεραμένα στρογγυλά απορρίματα γαιδάρου. "Σκατά;" λέω εγώ το παιδάκι. "Καβαλίνες!!" μου λέει. Μου έδιεξε τότε πώς φτιάχνουμε ένα βουναλάκι από καβαλίνες και μέσα βάζουμε τις πατάτες τυλιγμένες στο αλουμινόχαρτο. Ήμουν πολύ περήφανη όταν τρώγαμε αυτές τις πατάτες (μάλλον σπούντα), ψημένες στο χώμα με καβαλίνες, σε ευχαριστώ παππού για αυτό το μάθημα!

Την ίδια εποχή στο χωριό ωρίμαζαν τα καρύδια. Είχε μια "καρά" (καρυδιά) ο γείτονας που τα κλαδιά της έφταναν μέχρι το πίσω μπαλκόνι του χωριού. Θυμάμαι τα μαλακά χέρια του παππού (δάσκαλος, "ευγενές" επάγγελμα) να μαζεύουν τα καρύδια που έπεφταν στο μπαλκόνι και να μου τα καθαρίζει το σούρουπο που έλαμπε ο ήλιος στην πίσω μεριά του σπιτιού. Δεν ξέρω αν έχετε φάει ωμά καρύδια, αλλά αφού τα σπάσεις και βγάλεις τον καρπό, πρέπει να τον ξεφλουδίσεις. Αν δεν βγάλεις το φλούδι, είναι πικρά. Κι ο παππούς μου τα ξεφλούδιζε με μεγάλη προσοχή πριν μου τα δώσει.

Και τώρα θέλω να πω δυο λόγια για τις πιο πρόσφατες αναμνήσεις μου με τον παππού "στον κάμπο". Όποτε ο παππούς ήταν στο χωριό, εκτός από τις καθιερωμένες βόλτες στου Χαρουπά και στην Ένωση για τα ψώνια του σπιτιού, είχε μια εμμονή με τον "κάμπο".

Πριν λίγα χρόνια είχα ανέβει στο χωριό μόνη μου για να τους δω και ο παππούς με είχε σταυρώσει "να πάμε να ποτίσομε" στο "Μοθονιό" και στο "Σπήλιο" (περιβόλια με μηλιές). Πάλι καλοκαίρι, ο παππούς πάντα μαυρισμένος (μαύριζε πολύ ωραία, η αλήθεια να λέγεται), με το ψάθινο καπέλο του και ντυμένος ως κύριος του κάμπου. Τον πάω λοιπόν με το αμάξι στο Μοθονιό, κατεβαίνουμε και παίρνουμε δρόμο μέσα από τους θάμνους για το περιβόλι. Λίγο πριν μπούμε στο περιβόλι μας, είχε μια βάγκα (βάγκα ρε παιδί μου πώς το λένε) και κάτι αγκάθες δίπλα. Έπρεπε λοιπόν να "δώσομε έναν πήδο" (να κάνουμε ένα μεγάλο βήμα) για να περάσουμε τη βάγκα. Ο παππούς δεν τον υπολόγισε καλά τον πήδο και κατέληξε να γλιστρήσει, πάει να πιαστεί από ένα θάμνο, σπάει το κλαδί και πέφτει φαρδύς πλατύς στο περιβόλι (ευτυχώς όχι στη βάγκα, γιατί εκεί μπορεί να είχε χτυπήσει το κεφάλι του). Και λέει "Ωωωπαλάκια!". Τον βοηθάω να σηκωθεί και μου βγαίνει ένα τρυφερό "Έλα παληκαράκι μου". Μετά από κάμποσες βόλτες πήγαινε-έλα στη στέρνα και στις μηλιές ήταν ευχαριστημένος.  Στο αμάξι του λέω "πάμε τώρα σπίτι;" και μου λέει, "ντα ίντα, εξέχασες το Σπήλιο;" Πέφτω, σηκώνομαι και επιμένω. Αυτό κράτησα εκείνη τη μέρα από τον παππού. Στα 85 του.

Αναπαύσου εν ειρήνη. Θα σ' αγαπώ πολύ, όσο ζω. Θα σε τιμώ με τις πράξεις μου και το ήθος μου.


Mar 12, 2015

Επιτέλους ξανασιγοτραγουδώ

Η δυσκολία των καιρών και της κατάστασης έχει αρχίσει να γίνεται υποφερτή. Τα πράγματα δείχνουν να μπαίνουν σε μια σειρά και τα θέλω μου να απενοχοποιούνται από κονφορμισμούς. Μέσα από δυνατές συζητήσεις, νευρικά γέλια, παλιά και γνώριμα πρόσωπα, ελπίδες για επιτυχίες κρατιέμαι θετική. Είχα ξεκινήσει να συνηθίζω στη μιζέρια και να αισθάνομαι άνετα μέσα σε αυτή, μέχρι που συνειδητοποίησα ότι το να κλαίω μαζί με τους φίλους μου (σε αντίθεση με το να κλαίω μόνη μου) με έκανε να κοιτάζω προς τα πάνω μέσα σε αυτό το πηγάδι που έχω πέσει. Μπορεί όταν έκλαιγα μόνη να έγραφα τους καλύτερους στίχους που έχω γράψει μέχρι τώρα αλλά παγιδευόμουν στη θλίψη. Μάλλον προτιμώ να βγω από το σκοτάδι μου παρά να το εκμεταλλευτώ δημιουργικά.
Η αφορμή για το σημερινό πόστ είναι ότι σιγοτραγουδούσα όταν έπλενα τα πιάτα. Πολύ χάρηκα, μετά από πολύ καιρό που ήμουν σιωπηλή και βυθσμένη σε σκέψεις. Ξαναβρίσκω σιγά σιγά τον αγαπημένο μου εαυτό.

Μεγαλώνω ωριμάζοντας και μαθαίνοντας όλο και περισσότερο τι αναζητώ. Μ' αρέσει αυτό γιατί όταν ξέρω τι θέλω, ξέρω ταυτόχρονα και τι δεν θέλω ή τι δεν αξίζω. Και μπορεί αυτά τα θέλω για κάποιο διάστημα να προσωποποιούνται, αλλά όταν διίστανται τα πρόσωπα και τα θέλω, τότε υπερισχύουν θέλω. Και θα συνεχίσω να αναζητώ. Γιατί
για μια αγάπη ζούμε,
για ένα ιδανικό,
κι αν δεν το προσπαθούμε,
δεν έχουμε σκοπό.

Και το τραγούδι της Νανάς το χαρίζω από τώρα στο όνειρο στο οποίο τα θέλω μου θα ξαναπροσωποποιηθούν.

that's me Vanilla

My photo
Λατρεύω τον Claude Monet, τα κυριακάτικα απογεύματα και το μπλε του ουρανού τις ενδιάμεσες ώρες, τους φίλους μου, τη φύση, τη ζωή.